Thursday, May 24, 2007

Mapstation / Hauschka / Nuccini

H marionettentheater παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, τρια από τα πιο ενδιαφέροντα ονόματα του σύγχρονου ήχου στο Kinky Kong. Αναλυτικότερα:
Οι Mapstation αποτελούνται από τον Stefan Schneider, γνωστή μορφή της Γερμανικής σκηνής και μέλος των To Rococo Rot, που αποφάσισε να εξερευνήσει μόνος με το μπάσο του τα ηλεκτρονικά ηχητικά τοπία της σύγχρονης γερμανικής σκηνής.
Ο Γερμανός Volker Bertelmann υπό το όνομα Hauschka επιδίδεται σε πειραματισμούς με το προετοιμασμένο πιάνο του. Oι Hauschka βρίσκουν σίγουρα την θέση τους ανάμεσα σε πιανίστες που ηχογραφούν στα όρια της σύγχρονης-κλασικής electronica όπως οι Max Richter, Sylvain Chauveau και άλλοι.
O Ιταλός Corrado Nuccini, κιθαρίστας των γνωστών και εξαιρετικά αγαπητών στην χώρα μας Giardini di Mirο, δημιουργεί κοινό μουσικό έδαφος εκεί όπου σταματά το hip-hop, αρχίζει το post rock, η pop προβάλλει αντίσταση και η electronica σηκώνει διστακτικά το κεφάλι.

Βιογραφικά σημειώματα

Mapstation

Drawing a map to get lost

Από το 1960 και μετά, από το Düsseldorf προήλθαν πρωτοπόρα ονόματα της ηλεκτρονικής μουσικής όπως οι Kraftwerk, Neu!, Der Plan, DAF και πιο πρόσφατα οι Mouse on Mars και οι Kreidler.Με τον δικό τους μοναδικό τρόπο οι Μapstation ακολουθούν και συνεχίζουν αυτή την παράδοση. O Stefan Schneider, ιδρυτικό μέλος των Kreidler (1994-1999) και συντελεστής στα σύγχρονα μουσικά τοπία του Βερολινέζικου trio των To Rococo Rot, με το solo project του ‘’begin to know the map’’, παρουσιάζει μια πολύ προσωπική επιλογή από προηγούμενες κυκλοφορίες των Μapstation και ανέκδοτα κομμάτια.
Το 1999 ο Stefan Schneider ανακάλυψε τις δυνατότητες που του προσέφερε το αναλογικό synthesizer και αποφάσισε να αφήσει τη μηχανή να πάρει τις μουσικές αποφάσεις, με αποτέλεσμα οι απλές μπασογραμμές να αρχίσουν να μπαίνουν στα DJ sets του. Το 2000, τον Stefan πλησίασαν συνεργάτες της εταιρείας Staubgold και η γόνιμη συνεργασία τους οδήγησε σε τρία διαδοχικά album. Στο 'A Way To Find The Day' (2002) ο Schneider αποφάσισε να εξερευνήσει την άποψη του για την σύγχρονη reggae μουσική (την θεωρεί ως μια φόρμα ηλεκτρονικής μουσικής) σε συνεργασία με τον τραγουδιστή Ras Donovan. Οι Donovan and Schneider αργότερα συνέχισαν την εξερεύνηση αχαρτογράφητων περιοχών με το “Version Train” (2003).
Στο τέλος του 2003, άλλη μια καρποφόρα συνεργασία είδε το φως της ημέρας, ο Stefan και ο Meriel Braham, από το Leeds, πρώην μέλος των the Pale Saints, που είχε ήδη κυκλοφορήσει ένα καταπληκτικό album στην Karaoke Kalk υπό το όνομα Kuchen, ολοκλήρωσαν την ηχογράφηση του “Kuchen Meets Mapstation” τους στο studio των Tarwater στο Βερολίνο. Οι Mapstation μετά την ηχογράφηση των “Kuchen Meets Mapstation” και “Version Train” ακολούθησαν πολλά live shows και περιοδεία σε όλη την Ευρώπη, την Σιβηρία και την Αλγερία.
www.mapstation.de

Hauschka



Οι Ηauschka αποτελούν το προσωπικό όχημα του Γερμανού πιανίστα-συνθέτη Volker Bertelmann που εδώ και λίγο καιρό κατοικοεδρεύει στο Dusseldorf. Ο Volker, έχοντας μελετήσει κλασικό πιάνο για 10 χρόνια, βασίζεται στην παιχνιδιάρικη εξερεύνηση των δυνατοτήτων του προετοιμασμένοι πιάνου και την διαφοροποίηση, αντιμετωπίζοντας το πιάνο σαν ενός καλοκουρδισμένο όργανο που περιμένει έναν προικισμένο βιρτουόζο να το παίξει.
Ο Volker πειραματίζεται με σφήνες από δέρμα, τσόχα, λάστιχο μεταξύ των χορδών, με αλουμινόχαρτα ή υφαίνοντας κιθαριστικές χορδές στο εσωτερικό του πιάνου. Οι Hauschka χρησιμοποιούν επιπρόσθετα ήχους από synthesizer, drum machine, ηλεκτρικό μπάσο και αλλά ακουστικά όργανα. Τα κομμάτια του μοιάζουν με μικρά ρυθμικά τμήματα ή ήσυχες μπαλάντες που έχουν τις ρίζες τους στις ασιατικές αρμονίες και τον μινιμαλισμό των Reich, Glass, Nyman, Satie, Ravel και Henry Cowell. Ο Cowell, με την σειρά του, επηρέασε τον John Cage που επαναπροσδιόρισε τις δυνατότητες του οργάνου. Όλα αυτά ενέπνευσαν πολλούς σύνθετες όπως οι Arvo Pärt, Steffen Schleiermacher και Philip Corner. Από τότε, προετοιμασμένα πιάνα έκαναν την εμφάνιση τους σε διάφορα κομμάτια της pop μουσικής.
Πριν από την συνεργασία του με την FatCat, ο Volker Bertelmann είχε κυκλοφορήσει δυο albums στην Karaoke Kalk, τα 'Substantial' (2004) και 'The Prepared Piano' (2005), καθώς επίσης και το επτάιντσο 'What A Day' (2005) στην Ear Sugar. Εκτός από τους Hauschka ο Volker είναι μέλος των Music A.M., μαζί με τον Stefan Schneider (To Rococco Rot) και τον Luke Sutherland (Long Fin Killie), ενώ συμμετέχει και στο electronic/club duo Tonetraeger, μαζί με τον Torsten Mauss. Πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα album με remixes του ‘’The Prepared Piano’’ από τους Nobukazu Takemura, Tarwater, Mira Calix, Frank Bretschneider, Vert, Wechsel Garland, Eglantine Gouzy, και Barbara Morgenstern.
www.myspace.com/hauschka, http://www.hauschka-net.de/

Nuccini!


Ο Corrado Nuccini παίζει κιθάρα για την ιταλική post rock μπάντα των Giardini di Mirο, που έχουν ήδη δυο albums στο ενεργητικό τους (και τώρα δουλεύουν για το τρίτο), ένα remix album και πολλά singles και EPs. Γνωστοί για τις αξεπέραστες ζωντανές εμφανίσεις τους, οι Giardini di Miro έχουν κάνει εκατοντάδες shows σε όλη την Ευρώπη, από το ξεκίνημα τους, σχεδόν πριν από μια δεκαετία.
Αν και το πρώτο solo album του Corrado Nuccini, "Matters of Love and Death", κυκλοφόρησε πρόσφατα, έχει αποκτήσει φήμη για το ταλέντο του
στην παραγωγή. Τον κάλεσαν για να κάνει την παραγωγή σε τρία κομμάτια του Σουηδικού /Βελγικού hip-hop duo Zucchini Drive, και να συνεισφέρει τα beats του στο επερχόμενο album του Bleubird, ενώ έχουν επικοινωνήσει μαζί του και οι Sole (της Anticon). Αναμένονται ακόμα τα remixes για τον Scott da Ros και το αποτέλεσμα της συνεργασίας του με τον Populous (Morr Music).
Το 2003 o Nuccini ηχογράφησε μερικά κιθαριστικά προσχέδια και άρχισε να πειραματίζεται με μουσικά software ώστε να μεταφράσει τις ιδέες του σε ήχους και να τις συνδυάσει με spoken word και ποίηση. Την ίδια εποχή, χάρη στην συνεργασία του με τους Zucchini Drive (που ηχογραφούν για λογαριασμό της 2ndrec, όπως και ο ίδιος) γνώρισε τον Βέλγο Tom de Greeter (aka Siaz) και σύντομα συνειδητοποίησε ότι τα rap φωνητικά του τελευταίου ταίριαζαν υπέροχα με το στοιχειωμένα instrumentals του. Κάλεσε ,λοιπόν, τους Nomad (Cavemen Speak) και τον καλιφορνέζο mc Bleubird για να αναλάβουν τα φωνητικά μέρη και να σχηματίσουν την ομάδα που βρίσκεται πίσω από το πρώτο album του, ‘’Matters of Love and Death".
Ο Corrado αποφάσισε να ανοίξει τις πόρτες του studio του στους φίλους του: οι Jukka Reverberi (μέλος των Giardini di Mirο) βοήθησαν στις κιθάρες και στο μπάσο, ο σκωτσέζος Kaye Brewster στα φωνητικά και οι radio DJs Andrea Girolami και Fabio De Luca στην παρουσίαση. Ακόμα, ο Andrea Scarfone (κιθαρίστας των Julie’s Haircut), ο rapper Filkoe και ο Scott Da Ros, (ιδρυτής και αφεντικό της καναδικής Endemik) πρόσθεσαν μερικές πινελιές. Τέλος ο Emmanuele Reverberi πλούτισε τον ήχο του album, με το βιολί και την τρομπέτα του.
www.myspace.com/nuccini , http://www.nuccinimusic.com/

Η συναυλία θα χωρίζεται σε τρία ίσα set των τριών τετάρτων και θα διεξαχθεί στο Kinky Kong
Ώρα Έναρξης: 21:00
Τιμή Εισόδου: 20 ευρώ
Τηλέφωνο: 210.3210510
Διοργάνωση: marionettentheater
Για δελτία τύπου, φωτογραφίες, συνεντεύξεις κλπ., επικοινωνήστε στο: redballroom@gmail.com

Monday, May 21, 2007

Danielson: A Family Movie


Προβολή του μουσικού ντοκιμαντέρ
"Danielson A Family Movie"
{or, Make a Joyful Noise HERE}
με τους Danielson Famile και τον Sufjan Stevens
στο Kinky Kong
την Κυριακή, 3 Ιουνίου


«Τι μπορεί κάποιος να κάνει με θέμα έναν indie rock μουσικό από το νότιο Jersey που τραγουδά για το Θεό, την πίστη και τη δύναμη της αγάπης με μια ανατριχιαστική φαλσέτο φωνή, ντυμένος ως γιγάντιο δέντρο στο οποίο κρέμονται οι 9 καρποί του Aγ. Πνεύματος;» αναρωτιέται η δημοσιογράφος της Washington Post.
Ένα ντοκιμαντέρ, φυσικά.

O σκηνοθέτης JL Aronson σε μια νυχτερινή του έξοδο κάπου στο 2001 έπεσε πάνω στο live μιας μπάντας που έμελλε να του μονοπωλήσει το ενδιαφέρον για τα επόμενα χρόνια. Μπροστά του διαδραματιζόταν ένα ακόμα show του περιοδεύοντος θιάσου της Oικογένειας Smith κατά κόσμον, Danielson Famile: πέντε αδέλφια ντυμένα με αυτοσχέδιες στολές νοσοκόμου πρόσφεραν ένα απόκοσμα ιδιοσυγκρασιακό –μουσικά- και έντονα θρησκευτικό -στιχουργικά- θέαμα ενώ αποθεώνονταν από ένα κοινό «άθεων» Nεοϋορκέζων indie hipster. Tέσσερα χρόνια μετά, επιστρέφει με ένα ντοκιμαντέρ που διερευνά τη λεπτή γραμμή που χωρίζει τη χριστιανική πίστη από την ποπ κουλτούρα, την underground μουσική δραστηριότητα από την επιτυχία, την οικογένεια από την ατομικότητα.

Kεντρικό πρόσωπο στην ταινία είναι ο Daniel Smith, ένας εκκεντρικός μουσικός, εικαστικός καλλιτέχνης, και ευσεβής Xριστιανός που οδηγεί τα αδέλφια του στα μονοπάτια μιας αρκετά ιδιόμορφης indie rock πορείας.
Ξεκινώντας από το 1994 o Daniel επιστρατεύει τα 4 αδέλφια του για να τον συνοδεύσουν μουσικά στην παρουσίαση της πτυχιακής του στην σχολή Kαλών Tεχνών του Πανεπιστημίου Rutgers. H «ιστορική» performance -με την οποία και ξεκινά το ντοκιμαντέρ- δεν χαρίζει απλά στον Daniel το βαθμό του «άριστα», αλλά σηματοδοτεί και τη γέννηση ενός μουσικού φαινομένου. Οι Danielson Famile σχηματίζονται για να σπείρουν μηνύματα πίστης και αγάπης μέσα από τις live performance τους, ντυμένοι με αυτοσχέδιες στολές, περιοδεύοντας από αίθουσες εκκλησιών σε ροκ καταγώγια και από φεστιβάλ Xριστιανικού ροκ στο All Tomorrow’s Parties.

Όπως συμβαίνει και με άλλα οικογενειακά σχήματα, τα μέλη κάποια στιγμή ακολουθούν ξεχωριστά μονοπάτια. O Daniel διοχετεύει τη μουσική και εικαστική δημιουργικότητά του σε μουσικά σχήματα που αξιοποιούν ποικιλοτρόπως τα διάφορα εναπομείναντα μέλη- αδέλφια του (Tri Danielson), φίλους και εκλεκτούς guest ενώ μένει τελικά μόνος προσπαθώντας να υπάρξει σαν σόλο καλλιτέχνης (Danielson, Br. Danielson). Η ταινία παράλληλα εξετάζει τη φιλία του Daniel με τον Sufjan Stevens που γίνεται μέλος της μπάντας το 2001 σαν αντικαταστάτης ενός από τους αδελφούς που δεν μπορεί να ακολουθήσει στις περιοδείες. Στην πορεία, ο Sufjan αυτονομείται και ακολουθεί τη δική του καριέρα η οποία και θα τον οδηγήσει στην επιτυχία του (Come on feel the) Illinoise, που θεωρήθηκε από τους πιο σημαντικούς δίσκους της χρονιάς που πέρασε.



Αν και μουσικά απευθύνεται σε εκλεκτικά κοινά, η βαθύτατα θρησκευτική στιχουργική διάθεση κάνει το ποπ “γκόσπελ“ των Danielson να διαφεύγει οποιουδήποτε ορισμού και να προκαλεί σύγχυση στους μουσικοκριτικούς που τους τοποθετούν κάπου ανάμεσα στον Captain Beefheart, τους Pixies και τους Partridge Family. Όντας πολύ περίεργοι για τους οπαδούς –και τη βιομηχανία- του Xριστιανικού ροκ και πολύ Xριστιανοί για το -εν γένει- θρησκευτικά αγνωστικιστικό indie κοινό, η οικογενειακή κολεκτίβα των Danielson μοιάζει να αιωρείται σε έναν σχεδόν ανύπαρκτο ενδιάμεσο χώρο.

H εκτενής δημοσιότητα που κατά καιρούς έχουν λάβει από περιοδικά και εφημερίδες όπως το Rolling Stone και τo Spin ως τους New York Times και το Art Forum απηχεί το γεγονός ότι η ανεξάρτητη μουσική κοινότητα τους αντιμετώπισε μάλλον με περισσότερη συμπάθεια, άλλοτε εκτιμώντας το προφανές μουσικό τους ταλέντο και άλλοτε βλέποντάς τους ως ένα αλλόκοτο τσίρκο, μια ακόμα Aμερικανική outsider εκκεντρικότητα. Aυτό είναι ένα θέμα που κυριαρχεί στην ταινία, ενώ περιγράφεται εύστοχα σε ένα στιγμιότυπo όπου ο Steve Albini ενώ τους εξομολογείται πόσο του αρέσει η μουσική τους, σχολιάζει με χιούμορ και ειρωνεία ότι δεν πρέπει να αφήνουν τον Iησού να μπλέκει με το ροκ.

Aξιοποιώντας έντεχνα μια ποικιλία κινηματογραφικών υλικών (βίντεο, super8 και 16 mm) γυρίσματος και αρχείου, τεχνικών κολάζ και animation σε συνδυασμό με απίστευτες ερμηνείες και cameo εμφανίσεις, η ταινία καταφέρνει να δημιουργήσει ένα πορτρέτο του καλλιτέχνη εξίσου με αυτό του ετερόκλητου κοινού του. O Aronson αρνείται να ενστερνιστεί τις συμβάσεις –και κυρίως τον νεποτισμό- ενός μουσικού ντοκιμαντέρ φτιαγμένου από έναν φαν για άλλους φανς. Kρατά σωστές αποστάσεις από το –δύσκολο- θέμα του και παρακάμπτει με ευκολία τον πειρασμό της καιροσκοπικής εκμετάλλευσης ενός outsider καλλιτέχνη με σκοπό την τέρψη των καλτ κοινών. Σαν να δρα σε παράλληλο ηθικό και δημιουργικό σύμπαν με τον j. Feuerzeig (σκηνοθέτη του υποδειγματικoύ ντοκιμαντέρ για τον Daniel Johnston) o Aronson εστιάζει τελικά σε μια οικουμενική εικονογράφηση της διαφορετικότητας και της πρόσληψής της, προσφέρoντας ψυχαγωγία και περιθώριο για προβληματισμό σε ίσες ποσότητες.

Στην ταινία εμφανίζονται μεταξύ άλλων οι: Sufjan Stevens, Daniel Johnston, ο παραγωγός Steve Albini, o συγγραφέας Rick Moody, και ο Alan Sparhawk των Low.

Tο Danielson: A Family Movie προβλήθηκε για πρώτη φορά στην Aθήνα στο Μικρό Μουσικό Θέατρο τον Απρίλιο του 2007.

Eπιμέλεια προβολής: novaXpress
Περισσότερες πληροφορίες, trailer, αποσπάσματα, συνεντεύξεις στα:
http://novaxpress.blogspot.com
www.danielsonmovie.com
www.danielson.info
www.secretlycanadian.com
www.soundsfamilyre.com

Ώρα Έναρξης: 20:30
Αντίτιμο εισόδου: 5 ευρώ
Τηλ: 210 3210510

www.myspace.com/kinkykongevents
http://kinkykong.blogspot.com

Friday, May 11, 2007

Σεμινάριο Κίνησης με το Νίκο Δραγώνα. 29 Μαΐου - 8 Ιουνίου


Το Kinky Kong διοργανώνει και φιλοξενεί σεμινάριο χορού και κίνησης με τον χορευτή Νίκο Δραγώνα.

Το σεμινάριο που απευθύνεται σε σπουδαστές και επαγγελματίες της υποκριτικής τέχνης, έχει σαν σκοπό να αφυπνίσει το σώμα που περπατά, τρέχει, στρίβει στον χώρο μόνο του ή σε δυναμική σχέση με κάποιον άλλο. Ο μέγιστος αριθμός των συμμετεχόντων ορίζεται στα 12 άτομα.

Το σεμινάριο θα διεξαχθεί σε μια σειρά έξι μαθημάτων διάρκειας μιάμισης ώρας που ξεκινούν από τις 29 Μαΐου και καταλήγουν στις 8 Ιουνίου κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Παρασκευή από τις 11:00 π.μ.

Νίκος Δραγώνας: βιογραφικό σημείωμα
O Νίκος Δραγώνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα και είναι απόφοιτος της Κρατικής Σχολής Χορού. Εργάζεται ως χορευτής σύγχρονου χορού και έχει διαγράψει μακρόχρονη πορεία με την Ομάδα Εδάφους.

Διάρκεια σεμιναρίου: 9 ώρες.
Πληροφορίες/ διευκρινίσεις: 2103210510 (12:00 – 17:00)
k_kong@otenet.gr